Page 19 - «28 αντίγραφα» - Θεόδωρος Πάλλας - Άνεμος Εκδοτική
P. 19
28 ΑΝΤΙΓΡΑΦΑ
ταιρο κλαδί πεύκου περιόριζε το βλέμμα. Απ’ την κορυ-
φή του Άθω στον γιαλό της Σάρτης, μια πλεονεξία συ-
ναισθημάτων. Εκεί κινείτο η μάνα του. Δεν προλάβαινες
ν’ αγναντέψεις την ψυχή της, τη μια αγρίευε και βροντο-
κοπούσε, την άλλη μέρευε και του χάιδευε τα μαλλιά. Κι
όσο τα χρόνια διάβαιναν, όλο και βούλιαζε στην αγκαλιά
της, η μόνη ζεστασιά του χειμώνα του. Ήρθε, κάποιον
καιρό, κάποια άλλη, με γέλιο και φωνή λιακάδα. Αμέ-
σως του το ξέκοψε: «Δεν είμαι για σένα». Την σεβάστη-
κε. Ο χειμώνας περνούσε αργά, τα καλοκαίρια γρήγορα.
Στα τριάντα του, η μάνα ταξίδεψε, στα ξαφνικά, κι ο χει-
μώνας του έγινε χειροπιαστός χειμώνας, με κρύο κι έξω
και μέσα. Κάποια κούτσουρα στη φουφού, καμία προ-
οπτική, κι όλο αγρίευε. Ερχόταν η άνοιξη, και το θεριό
του μέρευε, συγχρωτιζόταν με τους ξένους, και μετά και
πάλι… Αργή κλεψύδρα που επιμένει…
Ο χειμώνας του άρχιζε τέλη Οκτώβρη. Χωνόταν στο
παρατημένο του χαμόσπιτο, αυτό που το έκλεισαν οι βα-
τσινιές και οι ακακίες καιτον κρύβουν από όλων τα βλέμ-
ματα. Ο περίγελος ήταν τον χειμώνα του. Παραμελούσε
τον εαυτό του και γινόταν αυτό που ήθελαν, ένας ζαβός
βρομιάρης. Μέχρι την άνοιξη. Τότε ξούριζε τρεις συνε-
χόμενες φορές τα γένια, που είχαν κυριεύσει όσο δέρμα
αποκάλυπτε, έκανε τρεις συνεχόμενες μέρες μπάνιο και
ποτιζόταν με την κολόνια, το μοναδικό δώρο στον εαυτό
του. Απαλλασσόταν απ’ τη βρομιά των παλιών ρούχων,
τα κρέμαγε στην αποθήκη να τα περιποιούνται τα ποντί-
κια, κι άρχιζε το καλοκαίρι του.
Ένας μακρινός ξάδερφος, αραιά και πού, του φέρ-
νει κάποιο χαρτζιλίκι, να υπενθυμίσει την παρουσία του,
με βλέψεις στο σπίτι. Χρόνια τον παρακαλούν να το πά-
27