H κριτική της Τζένης Κουκίδου για το μυθιστόρημα «Η μυρωδιά σου στα σεντόνια μου»
Ένας άντρας γράφει για μια γυναίκα. Την «βλέπει» σχεδόν όλη της την ζωή και την «ακολουθεί» σε κάθε ηλικία, τόπο, χαρά και λύπη. Και μας την συστήνει έτσι, κομμάτι-κομμάτι, μέσα από τη δική της φωνή. Μια γυναίκα θυμάται όσα έζησε, τους ανθρώπους που γνώρισε, τις ευτυχισμένες και τις δύσκολες στιγμές μιας πορείας…
Και μια μεγάλη αγάπη. Μεγαλύτερη από τους ανθρώπους, το χρόνο, τη φθορά.
Οι πρώτες εικόνες είναι μουντές, σκοτεινές και ψυχρές, άσχημες όσο και μαύρες. Και μοναχικές. Η θλίψη προκύπτει αβίαστα στο χαρακωμένο από τα χρόνια πρόσωπο, ενώ απουσιάζει κάθε ίχνος χαμόγελου. Μια γυναίκα που «υπάρχει» κάπου μέσα στη χαοτική πόλη. Υπάρχει, ναι. Αλλά δεν ζει. Δε χαίρεται για τίποτα πια;
Εθιστικό και απολαυστικό. Δε θέλεις να το εγκαταλείψεις, το κλείνεις μόνο στην ανάγκη.
Με αυτές τις πρώτες εντυπώσεις –διαβάζοντας το πρώτο μέρος– βουτάω στο παρακάτω και σύντομα συμφωνώ, ότι το κείμενο του Γιάννη Φιλιππίδη προσφέρει μουσικότητα, αρμονία, ή ρυθμό, ενώ πραγματικά δεν θέλω να το αφήσω για αργότερα. Όμορφες εικόνες ξεπετάγονται σε κάθε σελίδα και περνώ καλά με τις χιουμοριστικές σκηνές και ατάκες. Η μουντάδα των πρώτων σελίδων έχει αντικατασταθεί με γέλιο που πηγάζει –ειρωνικός αλλά απολαυστικότατα– μέσα από τις δυσκολίες του πόλεμου, την εξαθλίωση, το θάνατο, την πείνα. Μήπως (;) εκείνη που τα θυμάται αγάπησε τόσο τη ζωή, που ήταν αδύνατο να της κρατήσει κακία. Και ξαφνικά, θα γίνει πάλι τόσο συγκινητικό! Τόσο βαθιά συγκινητικό, που πλέον μοιάζει με σκοτσέζικο ντους, όμως πάντα με υπέροχες περιγραφές που με απορροφούν ενώ μετατρέπουν αυτόματα τις λέξεις σε εικόνα.
Λάτρεψα… τις δυο μικρές φρασούλες που ξανατυπώθηκαν «αντιγραφή επικόλληση»-τόσο ίδιες!- μέσα στο κείμενο αλλά στρατηγικά επαναλαμβανόμενες –έτσι έπρεπε– και μου χάρισαν ένα αβίαστο χαχανητό.
Και αργότερα… πόσο όμορφη φράση για να περιγράψεις έναν νεανικό έρωτα που σε κεραυνοβολεί –κατευθείαν καρδιά κέντρο– όταν: «Ένας μαγικός διακόπτης μέσα μου, έκανε κλικ».
Εκείνη η περιγραφή των μικρών σκηνών –μικρά συνοικιακά θεατράκια- αλλά και της ουσίας του θεάτρου μέσα σε μία παράγραφο, εκπληκτική!
Κι ένα όνειρο που πέρασε μια βραδιά από το μυαλό της Βασιλικής, παρά τις τόσες μέρες που μεσολάβησαν μέχρι να γράψω τούτες τις αράδες.
Θυμήθηκα… τη χρονιά που διάβασα, με σειρά γραφής, όλα τα βιβλία της Ιζαμπέλ Αλιέντε –τέτοιο κόλλημα- όταν οι ανάλαφρες και αστείες περιγραφές προσέφεραν αβίαστα χαμόγελα στο πρόσωπό μου, παρά τις δυσκολίες και τα βάσανα που αντιμετώπιζε η ηρωίδα. Μια αντίθεση που, τόσο ο Γιάννης Φιλιππίδης όσο και η Χιλιανή συγγραφέας, πετυχαίνουν απόλυτα. Επίσης, η εμφάνιση μιας πρότασης που αναφέρεται σε μελλοντικό γεγονός, σε κάτι που θα γίνει παρακάτω, και που έχει σκοπό της να κρατήσει αμείωτο –αν όχι αυξήσει- το ενδιαφέρον του αναγνώστη.
Κι ενώ εθισμένη καθώς ήμουν δε σήκωνα το βλέμμα μου από τις λέξεις, αρκετές σελίδες παρακάτω, μου έφερε στο νου τον απίστευτο Νομπελίστα Ζοζέ Σαραμάγκου, όταν τον πιάνει μια λαχτάρα να τα πει όλα μονοκοπανιά συντάσσοντας τεράστιες προτάσεις, που κρατούν την άπνοια του αναγνώστη για μισή με μία σελίδα πυκνογραμμένου κειμένου τουλάχιστον. Δύσκολη τεχνική, που τις περισσότερες φορές καταλήγει άχαρα όμως εδώ, πέτυχε!
Εθιστικό και απολαυστικό. Δε θέλεις να το εγκαταλείψεις, το κλείνεις μόνο στην ανάγκη. Σε κερδίζει εύκολα, και στα σημεία εκείνα που σου φέρνει γέλια και στα συγκινητικά μέρη, μέχρι το υπέροχο τέλος του.