Γράφει η Κάτια Κρεμαστούλη
Πουθενά αλλού στον κόσμο οι Γερμανοί δεν είχαν αφήσει πειστήρια των θηριωδιών τους, παρά μόνο εδώ στην Κάντανο […]
Πειστήρια μιας κτηνωδίας των στρατιωτών της Βέρμαχτ γραμμένα πάνω σε μαρμάρινες πλάκες να δείχνουν και να θυμίζουν την δίψα των Γερμανών για εκδίκηση.
«Εδώ υπήρχε Η ΚΑΝΤΑΝΟΣ! Κατεστράφη προς εξιλασμόν της δολοφονίας 25 Γερμανών στρατιωτών, εκ θεμελίων, ώστε να μην ανοικοδομηθεί ποτέ».
Σε πείσμα αυτού του «ποτέ» οι άνθρωποι ατσαλώθηκαν και έχτισαν τον τόπο τους από την αρχή μέσα από τις στάχτες, πατώντας στα αποκαΐδια της ίδιας τους της ζωής…
Σε αυτό το χωριό που τον Ιούνιο του 1941, οι Ναζί κατέστεψαν ολοσχερώς καίγοντας το συθέμελα ως αντίποινα για την δολοφονία στρατιωτών τους από τους αντιστασιακούς Κρητικούς, θα βρεθεί ο Φραντς, ένας νεαρός μουσικός που ταξιδεύει από την Νυρεμβέργη για επαγγελματικούς σκοπούς, από μια απροσεξία ή ίσως από ένα σχέδιο της μοίρας και θα γίνει μάρτυρας της ιστορίας αυτού του τόπου από τους φιλόξενους ντόπιους του χωριού, εκεί θα γνωρίσει και τον Σήφη, πλημμυρίζοντας η ψυχή του από τους ήχους της λύρας, γιατί η λύρα ηχεί σε αυτόν τον τόπο που μυρίζει βασιλικό και που τα μαύρα κεφαλομάντιλα στολίζουν τα μέτωπα των κατοίκων. Φωνή σέρνει η λύρα και αφηγείται την ζωή και τον θάνατο.
Κύκλο γύρω της οι άνθρωποι πιασμένοι με πλεγμένα τα χέρια τους να στήνουν τον χορό…
Πότε να βροντούν την γη με τα δυνατά τους πέλματα να «ξυπνήσουν» θαρρείς οι νεκροί, πότε τα πέλματα ανάλαφρα να χορεύουν τον έρωτα και η ιστορία να ξεδιπλώνεται μπροστά μας, περίτεχνα υφασμένη από την έξοχη πένα της Χριστίνας Σουλελέ, με την ιστορία των ανθρώπων της Καντάνου, στον τόπο αυτόν όπου το παρόν είναι άρρηκτα δεμένο με το παρελθόν.
Μια φωτογραφία «μιλά».
Η Χριστίνα Σουλελέ χωρίς να εκβιάζει το συναίσθημα του αναγνώστη, φέρνει στο φως ένα άγνωστο στο ευρύ κοινό ιστορικό γεγονός που έλαβε χώρα στην Κάντανο στα ζοφερά χρόνια του πολέμου, πλέκοντας το με την ιστορία των κατοίκων της.
Και ο πόλεμος σκορπά τις μνήμες της περηφάνιας και του ηρωισμού. Του ολέθρου και της ορφάνιας. Της αρπαγής και του ξεριζωμού…
Μια φωτογραφία «μιλά» και στις αλήθειες της τα μάτια σφαλίζουν, οι ώμοι γέρνουν, τα δόντια σφίγγουν και το κεφάλι σκύβει ντροπιασμένο… Σιωπή…
Και μια λύρα εκεί να ακουμπά στην αγκαλιά της αγάπης νικώντας τον θάνατο.
Ήθη και έθιμα, αρώματα και εικόνες της φιλόξενης κρητικής γης «ντύνουν», στο έξοχο αυτό αντιπολεμικό, ιστορικό μυθιστόρημα το μαύρο της Ιστορίας.
Οι ιδέες και οι σκέψεις κάνουν τον δικό τους πόλεμο. Και οι άνθρωποι, φαντάσματα πάνω στα συντρίμμια της ζωής τους να περπατούν, να παλεύουν με τις σκιές τους, φοβισμένοι να βρουν την άκρη του νήματος, να μάθουν τις δυσβάσταχτες αλήθειες και να λυτρωθούν…
Η Χριστίνα Σουλελέ χωρίς να εκβιάζει το συναίσθημα του αναγνώστη, φέρνει στο φως ένα άγνωστο στο ευρύ κοινό ιστορικό γεγονός που έλαβε χώρα στην Κάντανο στα ζοφερά χρόνια του πολέμου, πλέκοντας το με την ιστορία των κατοίκων της. Γεγονότα δρομολογούν εξελίξεις κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον.
Η συγγραφέας στα πρόσωπα του Φραντς και του Σήφη, δύο νέων ανθρώπων, αντικατροπίζει τις νεότερες γενιές των δύο λαών που σηκώνουν το βάρος της Ιστορίας των προγόνων τους κάνοντας μας να αναρωτηθούμε: Ποιος αλήθεια φταίει; Ποιος έχει το δικαίωμα να φορτώσει το μέλλον με ενοχές;
Αρκεί άραγε μια συγγνώμη;
Κι όμως εγώ θα πω, πως οι ηρωικές πράξεις δεν γράφονται μόνο στα πεδία των μαχών.
Ηρωισμός είναι και όταν o άνθρωπος ορθώνει το ανάστημα του γεμάτος θάρρος απέναντι στην ιστορία και με σεβασμό στα θύματα της ζητά μια ειλικρινή συγγνώμη για τα ατιμώρητα εγκλήματα ενός πολέμου που δεν ευθύνεται ο ίδιος.
Πολλά ερωτήματα και ζητούμενα ξεπηδούν μέσα από τις σελίδες αυτού του υπέροχου βιβλίου βάζοντας τον αναγνώστη σε σκέψεις, ενώ συγχρόνως ποικίλα είναι τα συναισθήματα που τον κατακλύζουν στην διάρκεια της ανάγνωσης του. Η συγγραφέας δεν αναλώνεται αποκλειστικά στο μαύρο αυτό αιματηρό ιστορικό γεγονός, αλλά στα απόνερά που αυτό άφησε στο πέρασμά του…
Απόνερα που τα διώχνει μακριά η ψυχή της μουσικής που οι όμορφες νότες της, της φιλίας, του έρωτα, της αγάπης και της συγχώρεσης στο μυθιστόρημα αυτό, ηχούν το πιο μελωδικό, λυτρωτικό της τραγούδι στήνοντας μπροστά μας τον πιο συντροφικό της χορό…
Αυτόν της συμφιλίωσης των λαών!