Page 17 - Ζεστό ψωμί και κόκκινη κορδέλα - Αναστασία Κορινθίου-Δικαία Μαραβέλια - Άνεμος Εκδοτική
P. 17
ΖΕΣΤΟ ΨΩΜΙ ΚΑΙ ΚΟΚΚΙΝΗ ΚΟΡΔΕΛΑ
να μη βγάλει η νύφη το όνομα του αφέντη της, έταξε το
μικρό στον Πανορμίτη, πριν ακόμη γεννηθεί. Τα λά-
τρευε τα παιδιά της, της γέμισαν ό,τι κενό είχε η Αλεμή-
να, περνούσε ατέλειωτες ώρες μαζί τους, να παίζουν,
να διαβάζουν, να τους κρατά συντροφιά. Η ώρα είχε
πάει πια δύο και τα αγόρια της γύρισαν κι αυτά από το
σχολείο.
«Μάνα μας Χρύσα, πεινάμε σαν λύκοι», είπαν με
μια φωνή κι εκείνη έτρεξε να εκπληρώσει την επιθυ-
μία των παλικαριών της. Ο Αντρίκος πάντα αργούσε
να έρθει για μεσημεριανό, όταν άνοιγε η σεζόν κι έτσι
απόλαυσε το αγαπημένο της φαγητό με τη συντροφιά
των αγοριών της. Μάζεψε την κουζίνα της και ξάπλω-
σε λίγο να ξεκουραστεί, πριν πάει στο πρακτορείο, να
αλλάξει βάρδια με τον άντρα της.
Το πρακτορείο ήταν σε κεντρικό σημείο του Για-
λού, δεν ησύχαζε ποτέ. Από το πρωί μέχρι το βρά-
δυ κόσμος μπαινόβγαινε όλη την ώρα. Λίγο μόνο, εκεί
μετά το μεσημέρι, ηρεμούσε η κίνηση. Πήρε ένα πο-
τήρι γεμάτο νερό και παγάκια και άρχισε να σερφά-
ρει στο facebook, ένα μήνυμα αναβόσβηνε στην οθό-
νη της, ήταν από εκείνη. Της πήρε πολλή ώρα να συ-
νέλθει μετά από αυτό που είδε, πείστηκε από την πρώ-
τη λέξη που διάβασε, την έλεγε... «Χρουσώ μου!» Τα
πόδια της είχαν κοπεί και κρύος ιδρώτας την έλουσε,
ήταν αυτή, ναι, ήταν η Αλεμήνα της. Δάκρυα χαράς
έτρεχαν ασταμάτητα από τα μάτια της, ήθελε να μάθει
τα πάντα για τη φίλη της, αλλά πως να χωρέσουν απο-
ρίες είκοσι ετών σ’ ένα μήνυμα; Σκούπισε τα μάτια της
και της απάντησε μόνο ότι ήθελε να την ακούσει, έγρα-
ψε τον αριθμό του κινητού της και πάτησε αποστολή.
27