Altervita.gr • O συγγραφέας Σάββας Καλιοντζής μιλάει για το νέο του βιβλίο «Σκιές»
Κύριε, Καλιοντζή. Το βιβλίο σας με τον τίτλο «Σκιές», κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία υπό την «Άνεμος Εκδοτική», πρόκειται, αν δεν κάνω λάθος, για το δεύτερο συγγραφικό σας έργο.
Πράγματι, οι «Σκιές» είναι το δεύτερο προσωπικό μου βιβλίο. Το πρώτο κυκλοφόρησε το 2010 και περιείχε ρήσεις και αποφθέγματα. Και λέω προσωπικό, διότι την επόμενη χρονιά, το 2011 δηλαδή, έλαβα μέρος με ποιήματά μου στο ανθολόγιο ποίησης με τίτλο: «Η μοναξιά είναι χάρισμα», στο οποίο συμμετείχαν ποιητές απ’ όλη την Ελλάδα.
Το βιβλίο σας αυτό, λοιπόν, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από τα προηγούμενα έργα σας. Πείτε μας μερικά λόγια γι’ αυτό.
Ναι, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Ο τίτλος «Σκιές», είναι ο γενικός τίτλος του βιβλίου. Το βιβλίο αποτελείται από τέσσερις αυτοτελείς ιστορίες μυστηρίου, οι οποίες έχουν, όπως καταλαβαίνεται, τον δικό τους τίτλο και θέμα. Είναι ιστορίες που διηγούνται, με γλαφυρό τρόπο, παράξενα φαινόμενα που άπτονται του υπερφυσικού.
Πρόκειται για ιστορίες τρόμου, για θρίλερ;
Ναι, θα μπορούσαμε να τις ονομάσουμε και ιστορίες θρίλερ. Είναι τέσσερις μικρές νουβέλες, οι οποίες φιλοδοξούν, αφενός να ψυχαγωγήσουν το κοινό, αφετέρου να περιγράψουν τα συναισθήματα και τις αντιδράσεις των ανθρώπων όταν, χωρίς να το περιμένουν, έρχονται αντιμέτωποι με ανεξήγητα φαινόμενα.
Θα τρομάξουμε, δηλαδή, όταν το διαβάσουμε;
Αυτή την ερώτηση μου την έχουν κάνει και κάποιοι φίλοι μου, μόλις τους ανέφερα το βιβλίο. Θα σας απαντήσω όπως και σ’ εκείνους. Η πρόθεσή μου δεν είναι να τρομάξω, αλλά να ξαφνιάσω, ώστε να δημιουργηθεί στο μυαλό του αναγνώστη μια τέτοια κατάσταση που θα τον κάνει να ταξιδέψει για λίγο και να ξεφύγει από την καθημερινότητα. Άλλωστε, και για να αστειευτώ λιγάκι, θα πω, πως δεν είναι εύκολο να τρομάξει σήμερα ο Έλληνας, μετά από δύο μνημόνια που πέρασε.
Είστε λάτρης του είδους, διαβάζετε συχνά αντίστοιχα βιβλία άλλων συγγραφέων;
Διαβάζω συχνά, αλλά δεν μένω μόνο σε αυτά. Μου αρέσουν ιδιαίτερα και τα ευθυμογραφήματα, και τα βιβλία δράσης, πολλά είδη μυθιστορημάτων, αλλά και πάσης φύσεως δοκίμια που έχουν να κάνουν με κοινωνικά και πολιτικά θέματα. Πιστεύω ότι κάθε βιβλίο έχει την δική του μαγεία. Το αν αρέσει ή όχι, εξαρτάται από το πόσο είμαστε αποφασισμένοι να εντρυφήσουμε σε αυτή. Αν, δηλαδή, θέλουμε να νιώσουμε, να αγγίξουμε την ιστορία του. Όταν κάποιος, για παράδειγμα, έχει κουραστεί από τους έρωτες, τότε κι ένα σχετικό βιβλίο σίγουρα θα τον κουράσει. Αν πάλι κάποιος, αηδιασμένος από τη βία της ζωής προσπαθήσει να διαβάσει ένα αντίστοιχο βιβλίο, το πιθανότερο είναι να το κλείσει στις πρώτες σελίδες. Εγώ προσπαθώ στη ζωή να κρατάω πάντοτε το μέτρο, όσο αυτό είναι δυνατόν. Κάτι αντίστοιχο κάνω και με τα βιβλία.
Τα θέματά σας από πού τα εμπνέεστε; Και το ρωτώ αυτό, διότι αφορούν, όπως είπατε, υπερφυσικές καταστάσεις, οι οποίες, αν μη τι άλλο, δεν τις αντιλαμβανόμαστε να υπάρχουν γύρω μας.
Σίγουρα δεν υπάρχουν γύρω μας…ορατές, έτσι ώστε να τις αντιληφθούμε. Οι πηγές μου, όμως, είναι πολλές. Ένα ταξίδι, λόγου χάρη, σε μια ερημική περιοχή μπορεί να δώσει ερεθίσματα, λόγω του περιβάλλοντος, ώστε να προκύψει κάποια ιδέα. Ένας έρημος δρόμος το ηλιοβασίλεμα. Ένα πρόσωπο ή μια φιγούρα στο σκοτάδι. Όλα αυτά, με την κατάλληλη επεξεργασία μπορούν να γίνουν ιστορίες τρόμου. Εξάλλου, να ξέρετε, πίσω από κάθε πράγμα υπάρχει και μια οπτική. Άλλη φορά ρομαντική, άλλη βίαιη, άλλη τρομακτική και τα λοιπά.
Πιστεύετε ότι το ελληνικό κοινό χρειάζεται το συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος. Είναι έτοιμο να δεχθεί ένα βιβλίο με τέτοιο θέμα.
Δεν νομίζω πως είναι κάτι εντελώς καινούριο. Αν και δεν υπάρχουν πολλοί Έλληνες συγγραφείς σε τούτο το είδος, παρ’ όλα αυτά στην αγορά κυκλοφορούν δεκάδες ανάλογα βιβλία ξένων συγγραφέων και πιστεύω πως υπάρχει ένα μεγάλο κοινό το οποίο αγαπάει το συγκεκριμένο είδος. Θέλω, όμως, να πω ότι τα θέματα του βιβλίου μου δεν είναι ξένα απέναντι στη νοοτροπία και την προσωπικότητα του Έλληνα. Δεν είναι δηλαδή θέματα ξένα προς την παράδοση και τα έθιμα του. Οι ιστορίες κινούνται γύρω από τα πράγματα που ξέρουμε, γύρω από τις δεισιδαιμονίες που έχουμε, γύρω από τις ιδέες για τον θεό, για τη ζωή, για τον θάνατο. Δεν μοιάζουν τόσο με τα λεγόμενα «Αμερικάνικα» τα οποία έχουν την δική τους αισθητική. Οι «Σκιές» φωτογραφίζουν τα εσώψυχα του Έλληνα, τους φόβους, τις ανησυχίες, τις αντιλήψεις του.
Γιατί προτιμήσατε να γράψετε τέσσερις μικρές ιστορίες και όχι ένα ενιαίο μυθιστόρημα, όπως γίνεται συνήθως;
Ο ένας λόγος είναι αυτό που είπατε: «ότι γίνεται συνήθως»! Μερικές φορές έχω την τάση να μην κάνω… τα συνήθως. Εκτός αυτού ήθελα να είναι πιο ευκολοδιάβαστο, πιο εύπεπτο και να μην κουράζει. Για να διαβάσουμε εξ ολοκλήρου κάποιο βιβλίο, θα το πιάσουμε στα χέρια τέσσερις με πέντε φορές, τουλάχιστον. Θα το ξεκινήσουμε, θα σταματήσουμε, θα το ξαναπιάσουμε και ούτω καθεξής. Οι «Σκιές» δίνουν την ευκαιρία στον αναγνώστη να μη διακόψει την ανάγνωση κάποιας ιστορίας στη μέση, διότι οι ιστορίες είναι μικρότερες και μπορεί κάλλιστα να τις διαβάσει μία-μία και σε διαφορετικό χρόνο. Όταν ξεκινάμε ένα μυθιστόρημα, μέχρι να το τελειώσουμε, από τις διακοπές που κάνουμε ξεχνάμε σχεδόν την αρχή του. Ιδιαίτερα όταν το μυθιστόρημα είναι μεγάλο. Στις «Σκιές» πιστεύω ότι αυτό δεν θα γίνει. Η πλοκή είναι γρήγορη, οι σκηνές κοντινές, οι ιστορίες μικρές και το αποτέλεσμα, θέλω να πιστεύω, πολύ καλό.
Γράφετε κάτι άλλο αυτή την εποχή, παρόμοιο με τις «Σκιές»;
Γράφω συνεχώς, και παρόμοια, αλλά και εντελώς διαφορετικά πράγματα. Είμαι ανοιχτός σε πολλά μέτωπα. Γράφω και θρίλερ, και κωμωδία, αλλά και ποίηση.
Πως συμβιβάζονται όμως αυτά τα τόσο διαφορετικά είδη λογοτεχνίας; Είναι τόσο αντίθετα μεταξύ τους. Η κωμωδία, για παράδειγμα, απέχει πολύ από το θρίλερ.
Όταν ξεκίνησα να γράφω έδωσα μία υπόσχεση και έθεσα μία πρόκληση στον εαυτό μου: να μην περιοριστώ σε ένα μόνο λογοτεχνικό είδος. Έβαλα ως στόχο να δοκιμάσω τις ικανότητές μου σε όσο το δυνατόν περισσότερα. Αν κάποιο μου ταίριαζε περισσότερο και με ικανοποιούσε ιδιαίτερα θα έμενα σε αυτό. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω να γράψω το ίδιο καλά σε όλα, αλλά προσπαθώ.
Με την «Άνεμος Εκδοτική» είχατε κάποια συνεργασία παλαιότερα, η γνωριμία σας πως προέκυψε;
Όχι, δεν είχα κάποια συνεργασία. Η «Άνεμος Εκδοτική» είναι σχετικά μια νέα φιλόδοξη προσπάθεια δύο εξαίρετων ανθρώπων, του Γιάννη Φιλιππίδη και του Νικόλα Τελλίδη, οι οποίοι πλαισιώνονται από πολύ καλούς συνεργάτες με όρεξη για δουλειά και προσφορά στον χώρο του βιβλίου. Υπάρχει πολύ καλό κλίμα και συνεννόηση μεταξύ μας και πιστεύω ότι κάποια στιγμή στο μέλλον ο «οίκος» θα μεσουρανήσει στα εκδοτικά πράγματα της Ελλάδος. Η γνωριμία μας προέκυψε έπειτα από δική μου επίσκεψη στα γραφεία τους, όπου τους εξέθεσα το βιβλίο μου. Από την πρώτη στιγμή έδειξαν ενδιαφέρον, δίχως κανένα ίχνος βεντετισμού, όπως συχνά συμβαίνει στον χώρο του βιβλίου. Αυτό είναι κάτι το οποίο ο κάθε συγγραφέας εκτιμά ιδιαίτερα. Πιστεύω πως έχουμε να δώσουμε πολλά, κι εγώ και ο «Άνεμος», στους Έλληνες αναγνώστες και ήδη η αρχή έγινε!
Σας ευχαριστούμε κύριε Καλιοντζή και σας ευχόμαστε καλή επιτυχία στις «Σκιές» σας, και καλή έμπνευση για το επόμενο.
Κι εγώ σας ευχαριστώ κι ελπίζω να τα ξαναπούμε.