Page 14 - «Σκιές» - Σάββας Καλιοντζής - Άνεμος Εκδοτική
P. 14
ΣΑΒΒΑΣ ΚΑΛΙΟΝΤΖΗΣ
ρίες σημάδευαν και, αν μη τι άλλο, σχημάτιζαν τον
χαρακτήρα του κάθε ανθρώπου. Εκείνη τη στιγμή,
όμως, έβλεπε το ανέκφραστο πρόσωπο του νεαρού
και δυσκολευόταν να μαντέψει τα συναισθήματα και
τις διαθέσεις του. Έδειχνε ψύχραιμος, ήρεμος, απο-
φασισμένος να κάνει αυτό για το οποίο τον έστειλαν.
Γνώριζε τα περίεργα περιστατικά. Ήξερε την ιστορία
της Σύρτης. Ήξερε πως ο θάνατος παραφυλούσε στο
νησί. Είχε χτυπήσει δύο συναδέλφους του, μα παρόλα
αυτά πήγαινε εκεί σαν να μη συνέβη τίποτα.
Όλοι οι ντόπιοι ψαράδες πίστευαν πως κάτι κακό
υπήρχε στη Σύρτη. Κάτι που γεννήθηκε την ώρα που
βούλιαξε το μικρό κρουαζιερόπλοιο και παρέσυρε
μαζί του εκατόν πενήντα ανθρώπους. Κάτι το οποίο
τιμούσε την επέτειο του ναυαγίου, στέλνοντας στον
άλλο κόσμο και μια ανθρώπινη ζωή. Η δωδεκάτη
Οκτωβρίου πλησίαζε. Η επέτειος ζύγωνε και η ιστο-
ρία ίσως επαναλαμβανόταν για τρίτη φορά.
Ο καπετάν Αντρέας Μαγούλας ρίγησε κάτω από
το βαρύ ναυτικό πανωφόρι του. Κατάλαβε ότι δεν
ήταν το αγιάζι της θάλασσας η αιτία. Κοίταξε πάλι
στα κλεφτά τον νεαρό φαροφύλακα. Δίχως άλλο ο
άντρας αυτός ήταν θαρραλέος. Λίγοι θα πήγαιναν
να μείνουν σε μια έρημη βραχονησίδα καταμεσής του
πελάγου, γνωρίζοντας για τους περίεργους θανάτους
και έχοντας στο μυαλό τη σκέψη ότι μπορεί να υπάρ-
ξει και τρίτος θάνατος, ο δικός τους, από κάτι που
ίσως να ξεπερνά τα ανθρώπινα.
22