Page 6 - «Δυο χειμώνες κι ούτε ένα καλοκαίρι» - Μιχάλης Κατσιμπάρδης - Άνεμος Εκδοτική
P. 6

ΜΙΧΑΛΗΣ ΚΑΤΣΙΜΠΑΡΔΗΣ

              «Μετά από τη συνεδρία, μωρέ; Δεν ήξερες πού πάταγες
           και πού βρισκόσουν».
              «Το ξέρεις... Δεν άντεχα να μείνω λεπτό στην Αθήνα.
           Η Αθήνα είναι αρρώστια για μένα. Τελευταία, όποτε έρ-

           χομαι, έρχομαι μόνο για κακό!»
              «Τώρα είσαι καλύτερα. Θα το δεις, θα σ’ αφήσουν. Εί-
           μαι χαρούμενος που δέχτηκες. Πραγματικά! Θα περάσου-
           με υπέροχα, θα το δεις».
              «Οργάνωσέ το. Σύντομα όμως...»


              Το νησί το λαχταρούσε χρόνια. Δεν το είχε επισκεφτεί
           ποτέ του κι ας ήξερε τόσα πολλά γι’ αυτό. Δεν τον βοηθή-
           σανε κιόλας τα πράγματα, τα ’φερε έτσι η ζωή ώστε να ’ναι
           δέσμιος, εγκλωβισμένος σχεδόν στο σπίτι· αυτός που τόσο
           αγαπούσε τα ταξίδια και φτερούγιζε η καρδιά του και στη
           σκέψη τους μόνο ήταν αναγκασμένος να τα στερηθεί.
              Αλλά η Κρήτη ήταν γι’ αυτόν ένας άλλος προορισμός,
           ένα εντελώς διαφορετικό ταξίδι απ’ όλα τ’ άλλα που δεν
           μπόρεσε να χαρεί σε όλο το διάβα της ζωής του. Είναι αλή-
           θεια ότι σε ελάχιστα νησιά πάτησε το πόδι του. Γι’ αυτό,
           όμως, μιλούσε λες και ήταν η αλύτρωτη πατρίδα του. Χρό-
           νια τώρα. Παλιότερα μου είχε διαβάσει ένα απόσπασμα
           του Καζαντζάκη από την «Αναφορά στον Γκρέκο», όπου
           ο αβάς Μυνιέ έλεγε πως, αν ήταν να ξαναγεννηθεί, θα ’θελε
           να ξαναδεί το φως στα χώματα της Κρήτης. Μου το σχο-
           λίασε λέγοντας ότι αυτό δύσκολα θα το έγραφαν συγγρα-
           φείς άλλης πατρίδας. Τον είχε εντυπωσιάσει το νησί που δε
           γνώρισε. Θες αυτό το μαγικό πέπλο που το καλύπτει, αυτή
           η αίσθηση ότι ακουμπάει σε τόσους πολιτισμούς, το ότι μα-

                                      10
   1   2   3   4   5   6   7   8   9   10   11