Page 12 - Αλμυρά ευλογημένα βλέμματα - Άνεμος Εκδοτική
P. 12
ΒΑΣΩ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Τρόμαξα, μια κυρία με λουλουδάτο μαντίλι στο
κεφάλι, με κοίταζε γελαστή.
«Καλημέρα, εγώ είμαι», ψέλλισα.
Αντιλήφθηκε την τρομάρα μου.
«Την πόρτα, δεν είχατε κλείσει την πόρτα και είπα
να μπω να πω μια καλημέρα. Εδώ δίπλα μένω, εγώ
καθαρίζω το ιατρείο, Δήμητρα Γιάννου με λένε, ό,τι
χρειάζεσαι από μένα θα το ζητάς, γιατρέ. Θα το κα-
θαρίσω και θα σου φέρω και τα κλειδιά του ντουλα-
πιού, φακέλους έχει μέσα. Πάω να σου τα φέρω».
Όσο εύκολα πέρασε στον ενικό η κυρία Δήμητρα,
άλλο τόσο γρήγορα εξαφανίσθηκε και εμφανίσθηκε
κρατώντας τα κλειδιά.
«Πού θα μείνεις, γιατρέ;»
«Στου κυρίου Παπαβασιλείου, στην παραλία».
«Ξέρεις να πας; Δικό σου είναι το αυτοκίνητο
έξω; Να, από εδώ θα βγεις στον παραλιακό και είναι
το πέμπτο σπίτι. Άμα θέλεις, θα σου καθαρίζω και
εκείνο». Με μια ανάσα τα είπε όλα, δεν χρειάσθηκε
να ρωτήσω κάτι.
Κατάλαβα πως δεν θα κατάφερνα να χαρώ τον
νέο μου χώρο. Την χαιρέτησα και έφυγα. «Από με-
θαύριο θα περνάω πολλές ώρες εδώ μέσα. Έχω δύο
ολόκληρες μέρες να δω το νησί».
16