Page 12 - index
P. 12


ΕΛΙΣΑΒΕΤ ΙΑΚΩΒΙΔΟΥ

χαρούμενα στις στέγες του στερεώματος. Είδε κι ένα
πεφταστέρι και πρόφτασε να κάμει μια ευχή. Διέγραψε
μια μικρή τροχιά και προσγειώθηκε στη γη. Το θεώρη-
σε καλό οιωνό. Άραγε βρήκε το αστέρι μια θέση στη γη;
Γιατί αυτή δεν είχε ακόμα στεριώσει. Ολάκερη η ζωή
της δεν είχε στέριωμα παρά μόνο ένα αδιάκοπο φευγιό.
Άρχισε να κουνάει τα χέρια της σαν απελπισμένες
φτερούγες πουλιών που αργοπεθαίνουν και δεν μπο-
ρούν πια να πετάξουν. Ήταν σίγουρη πια ότι κι αυτή
είχε λουστεί από το φως και τα χρώματα της σελήνης.
Ήταν πλέον ευδιάκριτη όπως κι αυτοί που την σίμω-
ναν. Το ριζικό της ήταν γραμμένο, της το είχε δείξει η
μπάμπω της λίγο πριν πεθάνει.
Μικρό εντεκάχρονο κοριτσάκι, της χάιδευε με το
χέρι το κούτελο και σφούγγιζε την επιθανάτια αγωνία
της. Τότε εκείνη με το σκελετωμένο της χέρι τράβηξε το
δικό της και το χούφτωσε με περισσότερη αγωνία, προ-
στάζοντάς την να την υποβαστάξει για ν’ ανακαθίσει λι-
γάκι.
«Πιάστηκε η μέση μου, ομορφούλα μου», της είπε,
«βοήθα με λιγάκι ν’ ανασηκωθώ κι εγώ θα σου πω τη
μοίρα σου, αυτήν που σου στέρησα τόσα χρόνια, ενώ
την ήξερα, την είχα δει από τη μέρα που γεννήθηκες».
Η Καρμελίτα την βοήθησε να σηκωθεί και να κα-
θίσει, της ακούμπησε την πλάτη στον κορμό του δέ-
ντρου, κάτω από τα φυλλώματα του ίδιου που βίωνε
τον θάνατο της μπάμπως της. Την αγαπούσε κι εκείνη
πιότερο από τη μάνα της, γιατί στα χέρια της μεγάλω-
σε, σ’ αυτήν όφειλε τη ζωή της όταν η μάνα της αγριε-
μένη την κυνηγούσε να την χτυπήσει άγρια κι αναίτια.

16
   7   8   9   10   11   12   13   14   15   16   17